6. Η των Βεροιέων Μητρόπολις

Τον γραπτό μίτο για την αρχαία Βέροια μας τον παραδίδει ο Θουκυδίδης από το 432 π.Χ. σε εκστρατεία των Αθηναίων προς την Ποτίδαια. Τουλάχιστον όμως από το 2.700 π.Χ. τα χνάρια του μύθου χάνονται στην παράδοση που βαφτίζει τον οικισμό Βέροια, από την ομώνυμη θυγατέρα του βασιλιά Βέρητα, αδελφή του ποτάμιου θεού Όλγανου από τον κελαρυστό ρου του οποίου αντλείται το βαθύ ετυμολογικό της Βέρ(ρ)οιας.

Προτομή του ποτάμιου θεού Όλγανου

Ορθολογικότερη προσέγγιση θα μας οδηγούσε στη σύνθετη λέξη με θέμα εκ του ρήματος φέρω (Φερ-) το οποίο ένεκα του μακεδονικού γλωσσικού ιδιώματος καλούνταν αντί φ σε Β, και δεύτερο συνθετικό εκ του ρήματος ρέω (ρους, ροϊα), κατ΄ ολίγους δε άλλους από το συχνότατα εμφανιζόμενο στην περιοχή δένδρο της ροδιάς (ρόϊα). Ωστόσο καθώς και ο μυθικός βασιλιάς Φέρων μετονομασθείς από τους Μακεδόνες σε «Βέρων» διεκδικεί την προέλευση της ονομασίας. Λόγοι εκούσιας παραπλάνησης στους δαίδαλους της αναπόδεικτης τρυφερότητας, μας στρατεύουν στη γοητευτική αναζήτηση του άπιαστου.

Επί της φιλολογίας για την παρουσία της Βέροιας ως παράλιας πόλεως, έχει συμφωνηθεί από εξαίρετους ιστοριοδίφες πως εξ όλων των αναφορών η χρονολόγηση αυτής της συνθήκης καταλήγει τουλάχιστον πριν τα Ομηρικά χρόνια (1.000-900 π.Χ.).

Μέσα στα σωζόμενα έως σήμερα απομεινάρια των τειχών, εκτός από τις κατοικίες, βρίσκουμε δημόσια κτίρια, αγορά και πολλά ιερά. Λατρεύονταν ο Δίας, ο Άρης ο Απόλλωνας, η Αφροδίτη, η Αρτέμιδα Αγροτέρα, ο Ηρακλής Κυναγίδας, η Ατάργατις, και άλλοι μικρότεροι θεοί. Η πολιτικοθρησκευτική διάρθρωση και οργάνωση αποτελούνταν από Βουλή, Εκκλησία του Δήμου, Στρατηγό, Γυμνασίαρχο, Ιερείς, Επιστάτη. Ήταν ωστόσο πάντα υπό την κεντρική Βασιλική εξουσία. Η κοινωνία δίκαια χαρακτηρίζονταν ευμαρής σε εμπόριο και τέχνες άριστα διανθισμένη με ρήτορες, μουσικούς, ιατρούς κλπ.

Τμήμα των τειχών στην αρχή της οδού Θεσσαλονίκης

Σαφή εξέλιξη, πρόοδο και οργανωτικές δομές αποκτά η Βέροια επί Αρχελάου (413-399 π.Χ.) όταν το στράτευμα αναδιοργανώνεται, τα δημόσια έργα και οι οδοί επεκτείνονται, οι τέχνες απολαμβάνουν πρόοδο (Κόρη της Βέροιας, Πολυκλείτου) και γενικά δείχνει να θεμελιώνεται μια κυρίαρχη πόλη.

Τον Αλέξανδρο θα συνοδεύσουν πολλοί Βεροιείς στην εκστρατεία των αιώνων, με χαρακτηριστικότερους τον Μυλλέα γιό του Ζωίλου, και τον Κοίρανο, φοροεισπράκτορα. Λόγω του πλήθους δε των βεροιέων μαχητών και προς τιμήν τους, ο Σέλευκος ο Α΄ ο Νικάτωρ (312-280 π.Χ.) συνομήλικος του Αλεξάνδρου και ιδρυτής της δυναστείας των Σελευκιδών, όταν θεμελίωσε το σημερινό Χαλέπι της Συρίας, κατά την ίδρυσή του το ονόμασε Βέροια.
Κατά την ελληνιστική την πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο η πόλη έλαμψε ως αγλάισμα της έδρας του Κοινού των Μακεδόνων, με δικαίωμα ακόμη και κοπής νομισμάτων. Από τα μαρτυρικά της χώματα πέρασαν μορφές με ιστορική σημασία: το 294 π.Χ. ο περιφρονητικός Δημήτριος ο Πολιορκητής, το 288 π.Χ. ο αμαχητί εισελθών βασιλιάς Πύρρος της Ηπείρου, το 49 π.Χ. διαχείμασε ο Πομπήιος πριν τη μάχη του με τον Καίσαρα στα Φάρσαλα, ο επιφανέστερος Βεροιεύς στην Ρωμαιοκρατία Κόϊντος Ποπίλλιος Πύθων διαβίωσε περί το 100 μ.Χ., ο σπουδαιότερος σοφιστής του 2ου αιώνος Λουκιανός αφού την επισκέφθηκε το 150 μ.Χ. τη μνημονεύει σαν πόλη «Μεγάλη και πολυάνθρωπη», οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες Γορδιανός το 242 μ.Χ. παραστάς στα πρώτα «Ολύμπια» και ο Φίλιππος ο Άραβας το 246 μ.Χ.

Μετά τη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. όταν παραδόθηκε στους Ρωμαίους, λεηλατήθηκε ασύστολα ενώ οι ηγετικές της μορφές εστάλησαν εξόριστοι στη Ρώμη. Παρά ταύτα η περίοδος της λατινοκρατορίας σήμανε για τη Βέροια μία εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη. Στην πόλη οργανώνονταν γιορτές με το όνομα «Ολύμπια» και αργότερα «Αλεξάνδρεια Ολύμπια», για να τιμηθεί ο Αυτοκράτορας ή ο Μεγαλέξανδρος. Οι πολίτες διαιρούνταν σε ελεύθερους και δούλους, μερικοί από τους οποίους πετύχαιναν την κατάταξή τους στην ενδιάμεση τάξη των απελεύθερων. Η σπουδαιότητα της πόλης αποδεικνύεται και από τους επίσημους τίτλους της όπως «Η των Βεροιέων Μητρόπολις», «Δις νεωκόρος», «Η σεμνότατη Μητρόπολις».

Ρωμαϊκή οδός αποκαλυφθείσα στο κέντρο της πόλεως

Στη διάρκεια της ρωμαϊκής κατοχής προσέλκυσε μετανάστες από διάφορα μέρη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ανάμεσά τους πολλοί Εβραίοι, που αποτέλεσαν ιδιαίτερα ισχυρή κοινότητα, ασχολήθηκαν δε με το εμπόριο και συνέβαλαν πολύ (μαζί με τους Ρωμαίους επιχειρηματίες) στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης. Γι’ αυτή την κοινότητα των Εβραίων, επισκέφθηκε την πόλη ο Απόστολος των Εθνών Παύλος στη δεύτερη και τρίτη περιοδεία του (51 μ.Χ. και 56-57 μ.Χ.), τουλάχιστον δύο με τρεις φορές και δίδαξε στη Συναγωγή τους, αλλά και σε χώρο έξω από τα τείχη, στο γνωστό μέχρι σήμερα «Βήμα του Αποστόλου Παύλου». Αποτέλεσμα της επίσκεψης αυτής ήταν να ασπαστούν το Χριστιανισμό πολλοί Βεροιείς, Εβραίοι αλλά και Έλληνες και Ελληνίδες εθνικοί. Ένας μάλιστα τον ακολούθησε στις περιοδείες του, ο απόστολος Σώπατρος ή Σωσίπατρος. Η Βέροια στα ρωμαϊκά και στα πρωτοβυζαντινά έτη είναι πλούσια σε ποικιλία λατρειών. Οι μέτοικοι φέρνουν και τη θρησκεία τους μαζί. Έτσι δίπλα στους αρχαίους ελληνικούς θεούς λατρεύονται και κάποιοι Φρυγικοί, Αιγυπτιακοί, Συριακοί. Υπάρχει ακόμη και λατρεία του αυτοκράτορα. Οι πιστοί χριστιανοί δεν διστάζουν, σε κρίσιμες ώρες, να μαρτυρήσουν για την πίστη τους, όπως έγινε με την Αγία Ιερουσαλήμ και τους τρεις γιους της τον 3ο μ.Χ. αιώνα.

Το Βήμα του Αποστόλου Παύλου όπως αναπλάσθηκε σήμερα

Τη βυζαντινή εποχή (από το 392 μ.Χ. και μετά) η παρουσία της Βέροιας γίνεται ακόμα εντονότερη. Διοικητικά υπάγεται στη Θεσσαλονίκη μέχρι τον 10ο ή 11ο αιώνα, οπότε και αποτελεί έδρα θέματος με Δούκα επικεφαλή της διοίκησής του. Οι τάξεις που διοικούσαν την πόλη αυτή την εποχή, ήταν : οι «άριστοι», ο «δήμος», η «εκκλησία του δήμου» και ο «κλήρος». Οι άριστοι υπέβαλλαν τις εισηγήσεις και αποφάσιζε ο λαός και ο κλήρος με ψηφοφορία. Οι άρχοντες ή «κεφαλές» της πόλης ήταν τα εκτελεστικά όργανα της διοίκησης. Αυτοί που ασχολούνταν με τα χωράφια ήταν οι ιδιοκτήτες γης, οι ελεύθεροι εργάτες γης και οι δουλοπάροικοι. Υπήρχαν γύρω στην πόλη ελεύθερα χωριά, «κεφαλοχώρια» και «ζευγηλατεία», δηλαδή αγροκτήματα των γαιοκτημόνων. Αναπτύσσεται σταδιακά το εμπόριο, η χειροτεχνία και μια πρώιμης μορφής βιοτεχνία. Τα άφθονα νερά της περιοχής, που αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη ενός μεγάλου αριθμού νερόμυλων και άλλων εργαστηρίων με υδροκίνηση (κατεργασίας μαλλιού) βοήθησαν σ’ αυτή την ανάπτυξη.

Ευάριθμοι είναι οι ναοί που χτίζονται στην πόλη, συνήθως σε ερείπια και με οικοδομικά υλικά παλαιότερων ιερών (σήμερα σώζονται ακόμη 48 βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί ναοί 11ου – 19ου μ.Χ. αιώνα, από τους 72 αρχικά καταμετρημένους.). Οι αγιογραφίες που τους διακοσμούν, αποτελούν δείγμα εξαιρετικής τέχνης. Λειτουργούσαν μέσα στους περίκλειστους μαχαλάδες (τις συνοικίες) διατηρώντας θερμοκηπιακά στις υγρές σκοτεινιές των εκατονταετιών του ζυγού, αναλλοίωτη την πολιτιστική μας φυσιογνωμία και την πολυσχιδή εθνική μας κληρονομιά.
Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της βυζαντινής αυτοκρατορίας η πόλη οχυρώνεται ακόμη περισσότερο, γιατί δέχεται επιδρομές και καταλήψεις για κάποια διαστήματα, από διάφορους κατακτητές: Γότθους, Ούνους, Βούλγαρους, Γέτες, Σλάβους, Σαρακηνούς, Κουμάνους, Πατζινάκες, Νορμανδούς, Σταυροφόρους, Σέρβους και τέλος Οθωμανούς, που ποθούσαν πεισματικά για πολλά χρόνια να την κατακτήσουν.

Οι Βούλγαροι στα 812 μ.Χ. πιθανόν, ασφαλώς όμως στα 985 μ.Χ. την κατέστρεψαν με τον Σαμουήλ. Ο ιστορικός Σλουμπερζέ γράφει: «Το θλιβερότερων του έτους 989 είναι η άλωσης της Βέροιας, διότι αυτή εκέκτητο σπουδαιότητα διά την άμυνα της Θεσσαλονίκης και της Θεσσαλίας. Αρκεί προς τούτο να αποβλέψει τις εις τον γεωγραφικό χάρτη, καθ’ όσον η Βέροια δέσποζε των προς την δευτερεύουσα πόλη της αυτοκρατορίας οδών.» Η απελευθέρωση ήρθε μετά από 12 χρόνια. Ο Παπαρρηγόπουλος γράφει για το γεγονός αυτό τα εξής: «τω 1001 ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος, στρατεύσας εκ Θεσσαλονίκης, πρώτον μεν παρέλαβε την Βέροια, παραδοθείσαν υπό του φρουράρχου αυτής Δοβρομήρου, όν ετίμησε δια του αξιώματος του ανθυπάτου«.

Κατά τη φραγκοκρατία, στα τέλη του 1204 ο αρχηγός της 4ης σταυροφορίας Βονιφάτιος ο Μομφερατικός κατέκτησε την πόλη. Η Ισπανική καταλανική επιδρομή του 1309 αποκρούσθηκε επιτυχώς έξωθεν της Βέροιας από τον Χανδρηνό, ενώ η πόλη άλλαξε πολλές φορές χέρια μεταξύ του σέρβου Στέφανου Δουσάν και του δομέστικου Ιωάννη Καντακουζηνού το 1346, το 1349 κλπ.

Οι Οθωμανοί την κυρίευσαν και την έχασαν πολλές φορές σε διάστημα 50 ετών. Το 1373 από τον Καρά Χαλήλ πασάν Χαϊρεδδίν, το 1385 από τον σουλτάν Αχουμάτη, το 1393 από τον Βαγιαζίτ τον Α΄ . Στο τέλος δεν κατάφερε να γλυτώσει και έπεσε οριστικά στα χέρια του Μουράτ του Β΄ εγγονού του Βαγιαζήτ το 1430, ημέρες του Πάσχα, ύστερα από μεγάλη αντίσταση των κατοίκων και την προδοσία του Βεροιώτη ξυλοκόπου Ιωάννη Χαριτόπουλου, του αποκαλούμενου από τους ντόπιους «Χατζηγκαντβία» ή «Γκαντβία». Αυτός οδήγησε τους Τούρκους από μυστική αφύλακτη είσοδο του τείχους της πόλεως στην ακόμη και μέχρι πρόσφατα ονομαζόμενη συνοικία Γιολά Γκελντί (=δρόμος απ΄ όπου εισήλθαν) Η αντίσταση των Βεροιωτών εξόργισε τους Οθωμανούς, που εκδικήθηκαν με σφαγές, ατιμώσεις, λεηλασίες. Μπήκαν στο Μητροπολιτικό ναό, συνέλαβαν τον Μητροπολίτη Αρσένιο, τον βασάνισαν, τον έσφαξαν στη νότια πόρτα του ναού και τον κρέμασαν για παραδειγματισμό, μαζί με άλλους ιερείς και πρόκριτους στο πλατάνι, που βρίσκεται μέχρι σήμερα στην οδό Κεντρικής, απέναντι από τη δυτική πόρτα της τότε μητρόπολης, που τη μετέτρεψαν σε τζαμί.

Ο ιστορικός πλάτανος της οδού Κεντρικής

Ακολούθησαν πέντε σχεδόν αιώνες τουρκοκρατίας, με αρκετές αποτυχημένες επαναστάσεις. Κατά τα χρόνια αυτά, κυριαρχούν η καταπίεση, το παιδομάζωμα, ο φόβος, οι βασανισμοί, οι εκτελέσεις, οι εκβιασμοί, οι αυθαιρεσίες, οι παρανομίες. Οι Έλληνες χριστιανοί περιορίζονται σε χωριστές κλειστές αυτοδιοικούμενες συνοικίες και γειτονιές με κοινωνικό κέντρο τις εκκλησίες, που άλλοτε χτίζονται κρυφά και δεν ξεχωρίζουν πολλές φορές από τα γύρω σπίτια κι άλλοτε οι τούρκικες αρχές παραχωρούν άδειες για το χτίσιμό τους. Πολλοί Βεροιώτες μεταναστεύουν στο εξωτερικό, όπου μορφώνονται και δημιουργούν. Άλλοι βγαίνουν στο βουνό και πολεμούν τους Τούρκους. Η διαμάχη ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους είναι συνεχής. Παρ’ όλα αυτά αναπτύσσεται το εμπόριο και η βιοτεχνία της υφαντικής. Τα γεωργικά επίσης προϊόντα του πλούσιου κάμπου της είναι άφθονα.

Το 17ο αιώνα η πόλη είχε 300 νερόμυλους, που κινούνταν από τα νερά των ποταμών, που τη διέσχιζαν. Αυτό τον αιώνα στη Βέροια υπήρχαν συνοικίες Ελλήνων, Τούρκων, Εβραίων, Βλάχων και Τσιγγάνων. Τόπος συνάντησης όλων ήταν η στεγασμένη κλειστή αγορά, η οποία κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 1864. Τα αρχοντικά και μη σπίτια και τα δημόσια κτίρια, που χτίζονται στην πόλη, μαρτυρούν τον πλούτο της. Από τις ελληνικές-χριστιανικές συνοικίες η «Κυριώτισσα» είναι εκείνη, που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα στην καλύτερη κατάσταση και γι’ αυτό κρίθηκε διατηρητέα από την Αρχαιολογική υπηρεσία.

Σοκάκι στην Κυριώτισσα

Πολλά σπίτια, εκκλησίες, δρομάκια συντηρήθηκαν και αναστηλώθηκαν. Σήμερα έχει σχεδόν την αρχική της μορφή. Τα σπίτια είναι κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, με οχυρωματική διάταξη, δεν έχουν εξωτερικά παράθυρα στο ισόγειο, με εσωτερική βοτσαλόστρωτη αυλή (γκαλντερίμι), σύμφωνα με τη «Μακεδονική» λεγόμενη αρχιτεκτονική. Την εποχή του μακεδονικού αγώνα στους τοίχους που χώριζαν τις αυλές των σπιτιών, ανοίχτηκαν πορτούλες που βοηθούσαν τη μυστική και ακίνδυνη διαφυγή των αγωνιστών, όταν γινόταν έλεγχος από τους Τούρκους.

Ανακαινισμένα σπίτια στην περιοχή της Μπαρμπούτας

Οι χριστιανοί είχαν διοικητική αυτονομία. Διοικούνταν από τους προεστούς κι ένα συμβούλιο. Αυτονομία είχαν και οι συνοικίες και οι ενορίες. Η Βέροια είχε ελληνικό σχολείο από το 1650. Μέχρι τότε τα ελληνικά γράμματα διδάσκονταν πιθανότατα κρυφά. Διατηρητέα επίσης συνοικία έχει κριθεί και η εβραϊκή, η λεγόμενη «Χάβρα», με κοινωνικό – θρησκευτικό κέντρο τη Συναγωγή (σήμερα δεν κατοικούν παρά ελάχιστοι Εβραίοι). Τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας ο λαός της πόλης αντιμετωπίζει πέρα από τον Οθωμανό, τις βουλγαρικές επιθέσεις των Κομιτατζήδων και την ρουμάνικη προπαγάνδα σε ένα τριμέτωπο αγώνα. Οι Βεροιώτες ήδη από το 1904 οργανώνονται εναντίων τους μέσα από την «Εθνική Άμυνα», συμμετέχουν στο «Μακεδονικό Αγώνα» και προετοιμάζουν το έδαφος για την απελευθέρωση. Για τις ανάγκες του Αγώνα ιδρύθηκε στη Βέροια το «Εθνικό Κομιτάτο» με πρόεδρο τον πρόκριτο της πόλης, Αναστάσιο Σιορμανολάκη, που έστησε το αρχηγείο του στο Μακροχώρι. Ελληνικά ανταρτικά σώματα άρχισαν τη δράση τους στην περιοχή της Βέροιας και ιδίως στη λίμνη των Γιαννιτσών, γνωστή την εποχή εκείνη σαν «Βάλτος». Από τους Μακεδονομάχους της πόλης, μάχιμους και μη, αξίζει να αναφέρουμε τους Ε. Χριστοδούλου, Κ. Μαλούτα, Μ. Καρακωστή, Α. Παπαδήμο, Α. Τσικερδάνο, Ε. Βελτσίδη, Αντ. Αντωνιάδη, Κ. & Σ. Βαφείδη, Κ. Ρέππα, Α. Σμυρλή, Γ. Καρατζόγλου, Σ. Κουκουτέγο και Μ. Γκαλίτσιο.

Η απελευθέρωση της πόλης από τον τούρκικο ζυγό έγινε στις 16 Οκτωβρίου 1912 (στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων), χωρίς σύγκρουση, αφού προηγουμένως είχε γίνει συνεννόηση του Μητροπολίτη και των Ελλήνων προεστών με τον Τούρκο Δήμαρχο της πόλης ώστε να μην χυθεί αθώο αίμα και των δύο λαών. Ο τότε αρχιστράτηγος διάδοχος Κωνσταντίνος εισήλθε απελευθερωτής και αμέσως μετά τον κυματισμό της γαλανόλευκης στην Βέροια, βάδισε -κατά την (αυτολεξεί) εντολή του Βενιζέλου- «ολοταχώς προς ανατολάς. Καταλάβατε την Θεσσαλονίκην» όπου και εισήλθε επίσης αμαχητί, αφού όμως μεσολάβησε η φονική απελευθέρωση των Γιαννιτσών.

Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-18) η Βέροια ήταν κέντρο επιχειρήσεων. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή (1922) και μέχρι το 1924 κατέφθασαν στη πόλη πολλοί βασανισμένοι πρόσφυγες Μικρασιάτες, Θρακιώτες, Πόντιοι. Οι Τούρκοι κάτοικοι, που αποτελούσαν και τον περισσότερο πληθυσμό, έστρεψαν τις ελπίδες τους ανατολικά κι έφυγαν ειρηνικά το 1924 για τη δική τους οδύσσεια προς μία ισλαμική νέα πατρίδα.

Η πόλη άρχισε να παίρνει σιγά – σιγά αμιγώς ελληνικό χαρακτήρα. Επιδιορθώθηκαν οι δρόμοι, απόκτησε ηλεκτροφωτισμό και ύδρευση το 1925. Παράλληλα αναπτύχθηκαν οι πνευματοκαλιτεχνικοί τομείς, με την ίδρυση διάφορων συλλόγων, κυκλοφορία εφημερίδων, ίδρυση ωδείου με χορωδία και θεατρική ομάδα. Αναπτύχθηκε επίσης η οικονομία της πόλης με τη γεωργία, βιοτεχνία, εμπόριο. Την πρόοδό της ανέκοψε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος. Η πόλη αντιστάθηκε και θρήνησε πολλά θύματα σ’ αυτό το διάστημα (1940-49).

Οι σημερινοί κάτοικοι αποτελούν ένα πολυπολιτισμικό μωσαϊκό που συσσωμάτωσε σε έναν πλούσιο καμβά τα ευάριθμα ήθη και έθιμα από πολίτες όλων των θρησκειών προς μία καλπάζουσα ανάπτυξη. Ιστορικοί όπως ο Γεώργιος Χιονίδης διέσωσαν τον αιωνόβιο ρυθμικό σφυγμό τούτου του ιερού των ουμανιστικών αξιών. Η Βέροια της τρίτης χιλιετίας αποτελεί ένα αστικό κέντρο υψηλών απαιτήσεων με 55.000 κατοίκους περίπου, φιλοξενεί τη Σχολή Χωροταξίας & Ανάπτυξης του Α.Π.Θ., συνδέεται άμεσα με την Εγνατία Οδό και σε 70 χιλιόμετρα με το αεροδρόμιο «Μακεδονία» Θεσσαλονίκης, με τρεις ημερήσιες εφημερίδες και πολλές εβδομαδιαίες, και με ένα Δημαρχείο ίσως το εντυπωσιακότερο αρχιτεκτονικά αυτοδιοικητήριο του ελλαδικού χώρου.

Σημεία προς επίσκεψη

Ο ναός του αγίου Σάββα Κυριωτίσσης δείγμα υψηλής βυζαντινής αρχιτεκτονικής, ο ναός των αγίων Κηρύκου και Ιουλίτης με εντυπωσιακό διάκοσμο από τον 14ο αιώνα ακόμη, ο ναός της Αναστάσεως του Χριστού που διατηρεί εκπληκτικές τοιχογραφίες του 14ου αιώνα δια χειρός Καλλιέργη, η Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο με την ομώνυμη εικόνα έργο του ευαγγελιστή Λουκά, η Καλή Παναγιά (ή Παναγία Δοβρά) ένας παραδείσιος τόπος ιερής ψυχικής ανάτασης, είναι μερικοί μόνον από τους θρησκευτικούς κόμβους για τον επισκέπτη.

Το πλουσιότατο και μόλις πρόσφατα ανακαινισθέν Αρχαιολογικό Μουσείο με την κεφαλή της Μέδουσας, το Βυζαντινό Μουσείο πρώην αλευρόμυλος του Μάρκου και βραβευμένο για την αρχιτεκτονική του αποκατάσταση από την Europa Nostra, το Βλαχογιάννειο Μουσείο Νεότερης Ιστορίας και Τέχνης που αποτελεί ταυτόχρονα και την έδρα του ιδρύματος Δημητρίου Βικέλα, το Λαογραφικό Μουσείο στο αρχοντικό Σαράφογλου και το κτίριο της Ευξείνου Λέσχης στην περιοχή Πανοράματος, είναι οι πρώτες στάσεις όσων επιλέξουν μια γοργή ματιά στα μουσειακά εκθέματα της περιοχής


Η γιγάντια κεφαλή της Μέδουσας

Για εκείνους που θα περιπλανηθούν βάδην στην πόλη τα αξιοθέατα είναι ποικίλα και αφθονούν διάσπαρτα : Το Πάρκο Εληάς με την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων στο μπαλκόνι της πόλης που αγναντεύει τον κάμπο μέχρι τη συμπρωτεύουσα, το αναδιαμορφωμένο Βήμα του Αποστόλου Παύλου όπου κήρυξε ο απόστολος των Εθνών, η αναζωογονηθείσα περιοχή της Μπαρμπούτας όπου ρέει ο Τριπόταμος δίπλα στα βλάχικα παραδοσιακά κτίρια και την αναπλασθείσα Εβραϊκή συνοικία με τη Συναγωγή, τα στενά της παλιάς πόλης στη συνοικία της Παναγίας Δεξιάς και στη συνοικία της Κυριώτισσας με τα παραδοσιακά καφέ και τα νεανικά στέκια. Η σύγχρονη μητρόπολη του χάντμπολ διαμορφώνει τους χαρακτήρες των γόνων της στην ευγενή αθλητική άμιλλα, αλλά και στις πνευματικές αναζητήσεις στην πλουσιώτατη Δημοτική Βιβλιοθήκη, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στο Δημοτικό Ωδείο και σε άλλα τρία ιδιωτικά ωδεία, σχολές χορού, εργαστήρια ζωγραφικής και βυζαντινής μουσικολογίας και αγιογραφίας.

Το Δημαρχείο (πρώην Γυμνάσιο της πόλης), το τζαμί με το μιναρέ του, τα παραδοσιακά νεοκλασικά κτίρια, ο πεζόδρομος της αγοράς, το υψηλής τεχνολογικής αξίας συνεδριακό κέντρο του Χώρου Τεχνών αλλά και το ανοικτό θέατρο στο Άλσος Παπάγου, δεν θα πρέπει να λείψουν από την ατζέντα όσων θέλουν να κάνουν μια πρώτη αληθινή γνωριμία με την γενέτειρα των πρώτου Προέδρου του Σ.Τ.Ε. Κωνσταντίνου Ρακτιβάν, του φιλοσόφου και θεολόγου του 17ου αιώνα Ιωάννη Κωττουνίου, του αγωνιστή του ’21 οπλαρχηγού Καρατάσσου.

Τρώγοντας φρέσκα φρούτα, ρεβανί, φλωρεντίνες, ή μηλόπιτες στη Βέροια, σίγουρα θα συγκρατηθεί μια γλυκιά ανάμνηση. Πίνοντας νερό από τη κρήνη της Μπαρμπούτας εξασφαλίζεται ένας πλούσιος γάμος με βεροιώτη ή βεροιώτισσα… Με το να αγαπήσεις όμως αυτή την πόλη, όταν νιώσεις το σφρίγος και συνταξιδέψεις στους ήρεμους ρυθμούς των απλοϊκών Βεροιέων, δένεσαι για πάντα με μια φούχτα νοικοκυραίων και φιλόξενων οικοδεσποτών. Ανθρώπων που δεν θα σε εγκαταλείψουν ποτέ, και θα μοιράζονται μαζί σου από τα ψιθυρίσματα της μυθιστορίας μέχρι του σπιτικού τους τη ζεστασιά.

8.ΙΑΝ.2011 – Κ.Γ.Γ.

* Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Γ. Χιονίδη για τη συναίνεσή του να μεταφέρουμε από τη σελίδα μας μερικούς από τους κόπους τους στις ρίζες του τόπου μας.

This entry was posted in ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε