409. Tintoretto, ένας άλλος Μυστικός Δείπνος (147)

Andrea del Castagno, "Last Supper", 1447, Fresco Sant'Apollonia, Florence

Μια πρώτη ιδέα μας είχε δώσει ο Andrea Castagno. Την ανθρώπινη, την καλοζυγισμένη, την προβλέψιμη. Η επόμενη διάσταση ήρθε από τον Λεονάντο στο δικό του Μυστικό Δείπνο, στο απόγειο της Αναγέννησης. Εν τέλει όταν τα χρόνια του Μαννιερισμού πήραν την Tέχνη από το χέρι, ο Tintoretto (1518-1594) ταρακουνά συθέμελα την γαληνεμένη εικόνα που ξέραμε για το «Λάβετε Φάγετε«.

Ας μείνουμε μόνο στη σύγκριση των δείπνων του Λεονάρντο με του Τιντορέττο. Οι χρωματικές προσεγγίσεις, το καλλιτεχνικό έμβλημα που επιχειρούν ο ένας κι ο άλλος δεν έχουν την παραμικρή επαφή. Ο πολυμηχανικός Λεονάρντο, ήρεμος, γειωμένος, αρμονικά ισόρροπος, δίνει μια

Leonardo, The Last Supper, 1498, Mixed technique, 460 x 880 cm, Convent of Santa Maria delle Grazie, Milan

εικόνα με 26 χέρια πάνω στο τραπέζι, κατά το συμμετρικότερο τρόπο, σε ευδιάκριτες ομάδες των τριών. Η κατά μέτωπο απεικόνιση (ολόιδια ως προς τη θέση του θεατή με του Castagno) μας βάζει στο τιμόνι του παρατηρητή, όπως θα κοιτούσαμε στην ανακριτική αίθουσα την αναγνώριση των δραστών. Δεκατρείς φιγούρες, το θύμα, και οι δώδεκα ύποπτοι.

Tintoretto The Last Supper, 1592-94, Oil on canvas, 365 x 568 cm San Giorgio Maggiore, Venice. Ο παράξενος Τιντορέττο εκτινάσσεται στα όρια του παράδοξου. Με το εκπληκτικό εύρημα του διαγώνιου τραπεζιού μάς εισάγει στην ανήσυχη περιγραφή ενός "άλλου" Μ. Δείπνου. Συμπλέκει φως και σκότος, δαίμονες κι αγγέλους, χειρονομίες και πνεύματα, βράχυνση και μυστικισμό. Το 1594 είναι η χρονιά του θανάτου του, λες κι έβλεπε ο ζωγράφος αυτό το άυλο λευκό φως να τον πλησιάζει, λες και ο διάφανος Χριστός τον περιμένει στο βάθος, κάπου εκεί στο τέλος μιας διαδρομής όλο ανθρώπινες ατέλειες

Στον Τιντορέττο, θεοί και άνθρωποι συμπλέκονται μέσα σε μια πολύβουη ταβέρνα. Κόσμος πάει κι έρχεται μπροστά μας, δούλοι τρέχουν, σερβιτόροι κουβαλούν, λες κι ακούμε τους μεταλλικούς ήχους των σκευών, τις φωνές και το αχολόγημα. Κι αν όλα αυτά γίνοντα στο πρώτο πλάνο, πίσω η θεολογία συνεχίζει την αφήγηση της τύχης του Θεανθρώπου ήρεμη και συγκροτημένη. Γέφυρα όλης αυτής της σκηνής των δύο πόλων που μας εκπλήσσει, είναι το φως, γήινο και θεϊκό μαζί, παράταιρα βαλμένο στην πάνω αριστερή γωνία που καταφέρνει όμως να δέσει μορφές και πράγματα σε μια σύζευξη πρωτοπόρα. Απ΄το χρωστήρα του Δασκάλου, το φως αναλύεται σε θερμές ακτίνες αγάπης, οι ακτίνες στροβιλίζονται σ’ έναν χορό ατμού και μυστικισμού, μέχρι που παίρνουν μορφές αγγελικές, διασκορπούνται στον ουρανό της συντροφιάς, κατακλύζουν τον άνω χώρο του πίνακα αποκαλύπτοντας δύο κόσμους. Τον επίγειο της ανθρώπινης φασαρίας και τον οραματικό, τον ουράνια διάφανο μιας υπερκόσμιας γαλήνης.

Το απτό και το πραγματικό παντρεύονται το αόρατο και το μη πραγματικό. Αυτό είναι ο Μαννιερισμός. Εκεί που σταματά η Αναγέννηση , αναλαμβάνει ο Μαννιερισμός να δέσει το υπερκόσμιο με το καθημερινό. Οι αισθήσεις (βουή, οσμές, γέυσεις, χειρονομίες, φώτα) έρχονται να συναντήσουν το ανεπαίσθητο, το πνευματικό, το αγγελικά αγαθό. Ένα εικαστικό ύφος τόσο υποβλητικό που λες και ωριμάζει μια ανατρεπτική συνθήκη έτοιμη ν’ ανοίξει τις θύρες του Μπαρόκ. Να φέρει πρωταγωνιστή τον Ελ Γκρέκο και τους φίλους του, που θα μας αφήνουν με το ερωτηματικό αν οι μορφές τους πατούν στη γη ή πλανώνται στο στερέωμα. Όπως και να το κάνουμε ο Δείπνος του Τιντορέττο αποτελεί ένα από τα απολαυστικότερα παραδείγματα της Συνέχειας της Ζωγραφικής, μας διδάσκει από πού έρχεται αποκαλύπτοντας μας ταυτόχρονα και πού πηγαίνει η τεχνοτροπία.

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΟΣ

This entry was posted in Αταξινόμητα and tagged , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε