Ο Γκούσταφ Κλιμτ (Gustav Klimt, 1862 – 1918) ήταν Αυστριακός ζωγράφος και ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κινήματος της Απόσχισης (Sezession) της Βιέννης, τον προθάλαμο της Αρτ Νουβό. Είχε σημαντική συμβολή στη διεθνή αναγνώριση της αυστριακής τέχνης και πρωτοπόρα συνδύασε την εικονιστική με την αφηρημένη. Γεννήθηκε στη Βιέννη, γιος του Ερνστ Κλιμτ, χρυσοχόου και της Άννας. Στα 14 φοιτά κιόλας στη Σχολή Καλών Τεχνών Βιέννης, ενώ 3 χρόνια μετά λαμβάνει τις πρώτες παραγγελίες. Το 1910 εκθέτει στη Μπιενάλε της Βενετίας, όπου μάλιστα ολόκληρη αίθουσα του αφιερώνεται.
Θεωρείται κυρίαρχη καλλιτεχνική προσωπικότητα του «χρυσού αιώνα» της αυστριακής τέχνης, που έληξε με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Προσωπογράφος της εύπορης μπουρζουαζίας της Βιέννης, συμβολίζει πια την επιτομή της δεκαετίας εκείνης, τόσο για το βαρύ πλούτο των έργων του όσο και γιατί χρειάζεται άλλο τόσο πλούτο για να τ΄ αποκτήσει κάποιος μαικήνας.
Ήδη στα πρώιμα κιόλας χρόνια φαίνεται να δέχτηκε επιρροές από το μοντέρνο καλλιτεχνικό κίνημα και μετά το σκάνδαλο απόρριψης των έργων του για το Πανεπιστήμιο Βιέννης, αφοσιώθηκε στις προσωπογραφίες και την αλληγορική ζωγραφική του, με νέο ανατρεπτικό κι αισθησιακό ύφος. Η αγάπη του για τις γυναίκες, έπαιξε θεμελιώδη ρόλο στη τέχνη και στα εξαιρετικά του σχέδια, μ’ ερωτικά κυρίως θέματα.
Η απομάκρυνση από τον ακαδημαϊσμό που σημειώθηκε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα όταν προσπάθησε να συνδυάσει στη δημιουργία του τη ζωγραφική, το σχέδιο, την αρχιτεκτονική και τη μουσική. Το αντιπροσωπευτικότερο έργο του είναι η «Ζωφόρος Μπετόβεν» που παρουσιάσθηκε στην έκθεση της Secession το 1902. Τη μουσική υπόκρουση, στην αναπαράσταση τούτη της Ενάτης Συμφωνίας του Μπετόβεν, παρείχε ο Γκούσταφ Μάλερ.
O ερωτισμός που κυριαρχεί στα έργα του προκάλεσε αρκετές φορές ισχυρότατες αντιδράσεις. Εμφανής είναι η επιμονή του στην απεικόνιση γυναικών, με τον άνδρα απόντα στο μεγαλύτερο μέρος του έργου του. Το ερωτικό στοιχείο είναι απροκάλυπτο και σε αρκετά από τα σχέδιά του, τα οποία ο ίδιος χαρακτήρισε ως φόρο τιμής «…στην αγαθή αλλά και λάγνα φυλή των υπερευαίσθητων». Προς το τέλος της καριέρας προσέγγισε τους Φωβιστές και τον Εξπρεσιονισμό εγκαταλείποντας τα έντονα διακοσμητικά στοιχεία επηρεασμένος σαφώς από την ιαπωνική τέχνη και τα χαρακτικά τους. Στις 11 Ιανουαρίου 1918, παθαίνει αποπληξία και σταματά να εργάζεται. Ούτε ένα μήνα μετά, στις 6 Φλεβάρη της ίδιας χρονιάς πεθαίνει μόλις 56 ετών. Αν και έζησε σε όλη την ενήλικη ζωή του με τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του, όταν πέθανε εκκρεμούσαν 14 αγωγές πατρότητας σε βάρος του.
xartografos